Ο «λόγος», είναι μια λέξη-έννοια θεμελιώδους βάθους και διαχρονικής σημασίας, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Συνιστά κομβικό στοιχείο-αρχή της φιλοσοφίας του μεγαλοφυούς πατέρα της διαλεκτικής σκέψηςΗρακλείτου του Εφέσιου (6ο με 5ο π.Χ. αι.).Συναρτάται με την ροή, την μεταβολή του κόσμου, τη σύνθεση καταστροφής και δημιουργίας στο «πῦρ ἀείζωον» και τον «πατέρα των πάντων» πόλεμο.
Είναι εκπληκτική και γονιμότατη η πολυσημία του όρου. Λόγος σημαίνει ταυτοχρόνως «λόγια» («φράση», «πρόταση», «ομιλία», «ρήση») αλλά και «νόημα» («έννοια», «κρίση», «αιτία»).
Από τις πράξεις μέτρησης της καθημερινής ζωής πέρασε στην έννοια του «λόγου» καιη σημασία της ποσοτικής συσχέτισης, της αναλογίας (του κλάσματος), της εξακριβωμένης αριθμητικήςσχέσης του «υπολογισμού» και ευρύτερα του λογισμού.
Από την άρθρωση δημόσιου λόγουκαι τη συμμετοχή στα κοινά, προέκυψε και η έννοια-ανάγκη της«λογοδοσίας» («λόγον διδόναι» και και «λόγον αιτείσθαι»), ως συνειδητή ανάθεση/ανάληψη ευθύνης, συνοδευόμενη από δέσμευση και έλεγχο για πράξεις και παραλείψεις. Έτσι, λόγος είναι καιη δραστηριότητα της κρίσης και της λογοδοσίας περί των όρων και των ορίων της γνώσης και της πράξης.
Υπό το πρίσμα του λόγου, ο κόσμος φωτίζεται ως ενότητα αντιθέτων, αποτελεί ολότητα και επομένως έχει αρμονία. Εντός αυτού του όλου της καθολικής ροής, τα πράγματα, τα όντα, καθώς και οι ουσίες «μεταπίπτουν» από το ένα στο άλλο, με σταθερό το λόγο-νόμο που τα διέπει και τα συνέχει ως ο ρυθμός τους και η νομοτελής (αυτή που τελεί υπό τον νόμο) αμοιβαία σχέση τους, διατηρώντας την ευστάθεια και την αρμονία του κόσμου, μέσα από τη γένεση και τη φθορά.
Λόγος είναι και η λογική ικανότητα του νου να συλλαμβάνει με την γνώση και τη συνείδησή του την φυσική και κοινωνική τάξη, την αιτιότητα, τον νόμο την νομοτέλεια του κόσμου. Ικανότητα, βάσει της οποίαςο άνθρωπος ερευνά και αναπαριστά στη σκέψη του την πραγματικότητα, προβαίνει σε νοητική ανασύστασή της, αρθρώνοντας λόγο (προφορικό και γραπτό), προσλαμβάνοντας αλλά και κοινοποιώντας-μεταλαμπαδεύοντας γνώση, πολιτισμό σε άλλους ανθρώπους, από γενιά σε γενιά.Έτσι ο άνθρωπος συλλογάται τις ανάγκες του, τους όρους και τα όρια της ζωής του, θέτει σκοπούς-στόχους και αλλάζει, μετασχηματίζει την πραγματικότητα με την εργασία του, με κάθε δραστηριότητα. Η δραστηριότητα αυτή, για να είναι αποτελεσματική και κοινωνικά χρήσιμη, οφείλει να επιτελείται «μετά λόγου γνώσεως» και όχι αυθαίρετα, όχι όπως λάχει…
Επιπλέον, ο λόγος, η έλλογη σχέση, αντιδιαστέλλεται σε κάθε τιτοάλογο, στο παράλογοκαι άμορφο, όπου αυτό απαντάται στονκόσμο (στη φύση και στην κοινωνία).
Ο λόγος, με όλη την πολυσημία του όρου, είναι ακριβώς εκείνο το πρόπλασμα της αντικειμενικής νομοτέλειας που διέπει την πραγματικότητα, χωρίς τη διάγνωση της οποίας ο άνθρωπος δεν μπορεί να λειτουργήσει ως υποκείμενο, δηλαδή δεν μπορεί να διαγνώσει και να μεταπλάσει τους αντικειμενικούς όρους της ύπαρξής του.
Εδώ ανακύπτει ένα παράδοξο ως προς το προσπελάσιμο και το απροσπέλαστο του λόγου, το οποίο αποκαλύπτει με ένταση ο Ηράκλειτος. Ο λόγος είναι μεν κατ’ αρχήν προσπελάσιμος απ’ όλους τους ανθρώπους, διότι αυτοί έχουν από κοινού την ικανότητα για έρευνα, γνώση και φρόνηση. Ωστόσο, κατά κανόνα, ο κοινός νους δυσκολεύεται να τον συλλάβει αν δεν καταβάλλει συνειδητές προσπάθειες, εάν δεν διαθέτει εγρήγορση και σύνεση. Έτσι, αν και ο λόγος είναι κοινό στοιχείο καθολικής ισχύος, αντί να τον ακολουθούν οι πολλοί, ζουν σα να έχουν δική τους φρόνηση: το ίδιον ως μερική άποψη υπερτερεί του κοινού, της καθολικής άποψης μετά λόγου γνώσεως. Κοινώς, κάνουν του κεφαλιού τους…
Δημήτρης Πατέλης
Αν. καθηγητής Φιλοσοφίας Πολυτεχνείου Κρήτης