Πτυχές του εθνικού ζητήματος και του αντιιμπεριαλισμού κατά τον Γ΄ ΠΠ
Δημήτρης Πατέλης, Επαναστατική Ενοποίηση / Ελλάδα
Aspects of the national question and anti-imperialism during WWIII
Dimitrios Patelis | Revolutionary Unification (Greece). Δημοσιεύθηκε στο 8ο τεύχος του θεωρητικού περιοδικού της World Anti-Imperialist Platform, January 2024, σελ. 35-45.
Περιεχόμενα
Εθνότητες, έθνη, τάξεις και λογική της ιστορίας. 1
Έθνος και κεφαλαιοκρατία. Ιμπεριαλισμός και εθνικό ζήτημα. 4
Σοσιαλιστικές επαναστάσεις, εθνικό ζήτημα και αντιιμπεριαλισμός. 5
Εθνικό ζήτημα και αντιιμπεριαλισμός: από τον Β΄ στον Γ΄ ΠΠ.. 7
Από την τυπική στην πραγματική ανεξαρτησία και κυριαρχία; 8
Οπορτουνισμός: σταθερά στην υπηρεσία του ιμπεριαλιστικού άξονα. 9
Εισαγωγή
Όσο κλιμακώνεται ο εν εξελίξει Γ΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, εγείρεται στο προσκήνιο με ολοένα και πιο δραματικό τρόπο η συσχέτιση εθνικού – διεθνικού και παγκόσμιου. Στη σύρραξη αυτή εμπλέκονται κράτη και συνασπισμοί κρατών. Κάποια κράτη είναι κατά βάση μονοεθνικά, κάποια άλλα πολυεθνικά. Ως αίτια ή και αφορμές των εντάσεων και των μετώπων του πολέμου προβάλλονται εθνικές διεκδικήσεις, αλυτρωτισμοί, διαθέσεις και διεκδικήσεις εθνικής ανεξαρτησίας και κυριαρχίας είτε εθελόδουλης υπαγωγής σε εξαρτημένες σχέσεις υποτέλειας, αναμετρήσεις για την επιβολή της εκάστοτε συμφέρουσας για τον ιμπεριαλισμό «τάξης πραγμάτων».
Σε αυτό το πλαίσιο, κάποια έθνη αγνοούνται είτε και αντιμετωπίζονται κυνικά απ’ τους κυρίαρχους ιμπεριαλιστές ως αντικείμενα χειραγώγησης, εργαλειοποίησης (σε πολέμους «δι’ αντιπροσώπων») και γενοκτονίας. Σε κυρίαρχα αφηγήματα εκ νέου προβάλλουν εθνικιστικά και ρατσιστικά ιδεολογήματα περί «ανωτερότητας» ορισμένου έθνους ή κάποιων εθνών έναντι της «κατωτερότητας» κάποιων άλλων.
Αίφνης, «ανακαλύπτονται», «επινοούνται», «κατασκευάζονται», «ανακατασκευάζονται» είτε αποδομούνται, διαλύονται και αφανίζονται μαζικά με γενοκτονίες έθνη, λαοί και κράτη κατά περίσταση, σε συνάρτηση με τα κυρίαρχα συμφέροντα, τις σκοποθεσίες και τους συσχετισμούς δυνάμεων.
Εγείρεται λοιπόν σειρά ερωτημάτων: Τι είναι το έθνος, πότε και από πού προέκυψε ιστορικά; Πώς συναρτάται με την ολότητα των οικονομικών, κοινωνικών, πολιτικών, ιδεολογικών, πολιτισμικών κ.λπ. προσδιορισμών της ολότητας της κοινωνίας; Πώς συνδέεται το εθνικό ζήτημα με την ταξική πάλη; Πώς μετασχηματίζεται το εθνικό ζήτημα με τις σοσιαλιστικές επαναστάσεις και τον αντιαποικιοκρατικό αγώνα; Ποια είναι η θέση και ο ρόλος του έθνους και του εθνικού ζητήματος σήμερα; Πώς επενδύεται σε επίπεδο αγοραίας κοινωνικής ψυχολογίας και ιδεολογημάτων η ραγδαία αλλαγή του παγκόσμιου συσχετισμού δυνάμεων; Συνιστά άραγε το αίτημα της αυτοδιάθεσης των εθνών απόλυτη ανιστορική αρχή; Είναι κάθε εθνικό κίνημα άξιο διεθνιστικής αλληλεγγύης;
Τα ερωτήματα αυτά, ο βαθμός και ο τρόπος συνειδητοποίησής τους, υπαγορεύουν την ανάγκη ορισμένων επισημάνσεων από τη σκοπιά της μαρξιστικής-λενινιστικής θεωρίας και πράξης, έχοντας επίγνωση της δυσκολίας των επίμαχων ζητημάτων και της αναγκαιότητας εγρήγορσης και διαλόγου.
Εθνότητες, έθνη, τάξεις και λογική της ιστορίας
Η ιστορία συνιστά αντικειμενική διαδικασία που διέπεται από νόμους. Η ανάδειξη της λογικής της ιστορίας επιτρέπει τη θεώρηση της ιστορικής διαδικασίας ως αντιφατικής πορείας βαθμιαίου μετασχηματισμού των κατ’ εξοχήν φυσικών (βιολογικών, γεωγραφικών, οικολογικών, κλιματολογικών, κ.λπ.) δεσμών και όρων σε καθαυτό κοινωνικούς, κατά την οποία οι πρώτοι «αίρονται» διαλεκτικά από τους δεύτερους (βλ. σχετικά Β. Α. Βαζιούλιν, Η λογική της ιστορίας. Ζητήματα θεωρίας και μεθοδολογίας, εκδ. ΚΨΜ, Αθήνα, 2013). Στην πορεία αυτή συγκροτούνται, ανασυγκροτούνται, μετασχηματίζονται, αλληλεπιδρούν, είτε ακόμα και εξαλείφονται ποικίλα μορφώματα και κατηγοριοποιήσεις του πληθυσμού (ιδιαίτερα στους προκεφαλαιοκρατικούς σχηματισμούς) όπου υπερτερούν αρχικά οι φυσικής προέλευσης σχέσεις: δεσμοί αίματος, σχέσεις προς τη μετασχηματιζόμενη από την κλιμακούμενη άνοδο της ιδιωτικής ιδιοκτησίας κοινότητα (φυλών – γενών, εδαφική και γεωργική).
Η ανάδειξη της γενικής κατεύθυνσης της εθνογένεσης υπό το πρίσμα των νομοτελειών, της λογικής της ιστορίας είναι άκρως απαραίτητη.
Με την εμφάνιση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας και των ανταγωνιστικών τάξεων αρχίζει ο μετασχηματισμός των φυσικής προέλευσης δεσμών (φυλών, γενών κ.λπ.). Όσο οι τελευταίοι δεν έχουν μετασχηματισθεί πλήρως, δεν συνυπάρχουν απλώς μηχανικά, παράλληλα με τις κοινωνικές τάξεις (που συγκροτούνται βάσει της εκάστοτε κυρίαρχης μορφής ιδιωτικής ιδιοκτησίας), αλλά είναι συνυφασμένοι με αυτές και (στο βαθμό που διαφοροποιούνται από αυτές) αλληλεπιδρούν οργανικά. Οι κατεστημένες και κληρονομικά διαβιβαζόμενες ιεραρχικές σχέσεις (δουλοκτησία, φεουδαρχία) συγκροτούνται βάσει των (διατηρούμενων στην ταξική κοινωνία σε ανηρημένη – μετασχηματισμένη μορφή) φυσικής προέλευσης σχέσεων.
Οι ταξικοί κοινωνικοοικονομικοί σχηματισμοί συνιστούν διαβαθμίσεις αλληλεπίδρασης – μετασχηματισμού της κοινότητας από τις διαδοχικές ιστορικές μορφές ιδιωτικής ιδιοκτησίας, μέχρι την ουσιαστική «άρση» της πρώτης, όταν η δεύτερη αποκτά αντίστοιχη του εαυτού της βάση (επί κεφαλαιοκρατίας), οπότε και οι τάξεις αποκτούν την πλέον ανεπτυγμένη μορφή τους. Σε αυτούς τους σχηματισμούς μορφοποιητικό διαρθρωτικό ρόλο διαδραματίζουν εναλλασσόμενες στον ιστορικό χώρο και χρόνο πληθυσμιακές ομάδες – ιστορικές κοινότητες ανθρώπων: από τις αγέλες, στα γένη και τις φυλές τροφοσυλλεκτών της πρωτόγονης κοινότητας (αρχικά νομάδων θηρευτών και κτηνοτρόφων και στη συνέχεια μόνιμα εγκατεστημένων γεωργών), στις δουλοκτητικές κοινότητες (από τις πόλεις-κράτη μέχρι τις αυτοκρατορίες), στις φεουδαρχικές αγροτικές κοινότητες επί δουλοπαροικίας και στις φεουδαρχικές μοναρχίες-αυτοκρατορίες (ως ενώσεις φέουδων και φεουδαρχικών κτήσεων), στους λαούς, εθνοτικές (ethnic) ομάδες-εθνότητες και τελικά στα έθνη.
Το έθνος δεν «κατασκευάζεται», αλλά σχηματίζεται ως αντιφατικό μόρφωμα επί κεφαλαιοκρατίας (με την υπέρβαση του φεουδαρχικού κατακερματισμού) με τη συγκρότηση ενιαίων οικονομικών δεσμών (εσωτερικής αγοράς του έθνους-κράτους), γεωγραφικής επικράτειας και γλώσσας («άμεσης πραγματικότητας της νόησης», «πρακτικής συνείδησης» – Κ. Μαρξ). Σε αυτήν την αντικειμενική ιστορική βάση εδράζονται τα όποια κοινά στοιχεία της πνευματικής ζωής, του πνευματικού πολιτισμού, της συνείδησης, της ιδεολογίας κ.ο.κ., αλλά και η συνδεόμενη με την πάλη των τάξεων αντιφατικότητα του κάθε εθνικού πολιτισμού (σε κάθε «εθνικό» πολιτισμό υπάρχουν δύο πολιτισμοί – Β. Ι. Λένιν). Οι όποιες αναδιατάξεις αυτής της αντικειμενικής βάσης αναδιαμορφώνουν και το αντιφατικό μόρφωμα του έθνους. Από την ίδια αντικειμενική βάση αντλούν ερείσματα και τα εκάστοτε ιδεολογήματα που προτάσσει η άρχουσα τάξη.
Συνοψίζοντας τα παραπάνω, ας δούμε έναν ευσύνοπτο ορισμό: έθνος είναι μια ιστορικά διαμορφωμένη κοινότητα ανθρώπων, συγκροτούμενη στην πορεία απόκτησης κοινού τόπου εδαφικής εγκατάστασης και διαμονής, εδραίωσης κοινών οικονομικών σχέσεων – σχέσεων παραγωγής (εσωτερική αγορά επί κεφαλαιοκρατίας), κοινής λόγιας γλώσσας (που αίρει εν πολλοίς τις κληροδοτημένες από τον φεουδαρχικό κατακερματισμό της κοινωνίας ντοπιολαλιές και διαλέκτους, μέσω λογοτεχνίας, ποίησης, οργανωμένης εκπαίδευσης, που μπορεί να καταλήξει σε επίσημη κρατική γλώσσα), καθώς και ορισμένων ιδιαίτερων στοιχείων πολιτισμικών – παραδόσεων, νοοτροπίας, κοινωνικής ψυχολογίας και χαρακτήρα.
Σε μια κλασική διατύπωση: «Έθνος είναι μια ιστορικά διαμορφωμένη σταθερή κοινότητα ανθρώπων, που εμφανίστηκε πάνω στη βάση της κοινότητας της γλώσσας, του εδάφους, της οικονομικής ζωής και της ψυχοσύνθεσης, που εκδηλώνεται στην κοινότητα του πολιτισμού.» (Στάλιν Ι. Β., «Ο μαρξισμός και το εθνικό ζήτημα», Άπαντα, τ. 2 (1907 – 1913), εκδ. ΚΕ του ΚΚΕ, 1952).
Η κυρίαρχη στην αστική φιλοσοφία, κοινωνιολογία και ιστοριογραφία σύγχυση των εννοιών περί του έθνους δεν είναι τυχαία. Για την αστική σκέψη και ιδεολογία, το σημερινό έθνος προβάλλει και εκλαμβάνεται ως διαχρονική συνέχεια απ’ το απροσδιόριστο παρελθόν, π.χ. από την πρωτόγονη κοινότητα φυλών και των γενών. Άλλες προσεγγίσεις συναρτούν το έθνος καταστατικά με το κράτος, με το «εθνικό πνεύμα» (εθνική συνείδηση, εθνικός χαρακτήρας, εθνική ταυτότητα) ως πρωταρχικό, αν όχι και μοναδικό, γνώρισμα του έθνους. Υπάρχουν και προσεγγίσεις που ανάγουν το έθνος σε «ψυχολογική έννοια», «ασυνείδητη ψυχική κοινότητα», είτε σε κάποια κοινότητα «εθνικού χαρακτήρα». Ο Β. Ι. Λένιν άσκησε οξεία κριτική σε μια σειρά παρόμοιες αντιλήψεις και έδειξε την ιδεαλιστική τους ουσία.
Μπορεί η διαμόρφωση του έθνους να ευνοείται από την ύπαρξη κάποιας εθνοτικής συγγένειας ή εγγύτητας φυλών, ωστόσο, αυτή δεν συνιστά αναγκαίο όρο. Τα περισσότερα έθνη έχουν διαμορφωθεί ως ιστορική σύνθεση διαφόρων φυλών, εθνοτήτων και εθνοτικών ομάδων. Επομένως είναι άκρως αντιεπιστημονική η σύγχυση των εννοιών «έθνος» και «φυλή», ιδιαίτερα όταν στην τελευταία αποδίδονται ιδιότητες δήθεν «βιολογικού προκαθορισμού» και «καθαρότητας»… Επιπλέον, το έθνος δεν καθορίζεται μονοσήμαντα ούτε από ορισμένο θρήσκευμα, θρησκευτική ομολογία-παράδοση, ούτε ακόμα και από την ύπαρξη έθνους-κράτους.
Βάσει της θεωρίας των Κ. Μαρξ, Φ. Ένγκελς και Β. Ι. Λένιν, το έθνος εμφανίζεται και διαμορφώνεται νομοτελώς ως νέο ιστορικό φαινόμενο, κατά την διαδικασία της άρσης του φεουδαρχικού κατακερματισμού της κοινωνίας και της εδραίωσης συγκεντρωτικής πολιτικής εξουσίας στη βάση των ανερχόμενων κεφαλαιοκρατικών οικονομικών σχέσεων.
Φυσικά, της διαμόρφωσης του έθνους, προηγείται μακραίωνη διαδικασία σχηματισμού διαφόρων ιστορικών μορφών κοινοτήτων, η εθνογένεση.
Η μακροχρόνια συμβίωση ανθρώπων που συνδέονται με κοινή οικονομία, έδαφος και γλώσσα οδηγεί επίσης και σε κοινότητα πνευματικής ζωής. Η γλωσσική, εδαφική, οικονομική και πολιτισμική κοινότητα ανθρώπων, που διαμορφώθηκε ιστορικά και προηγήθηκε του έθνους, αποκαλείται εθνότητα. Οι εθνότητες πρωτοεμφανίζονται κατά την περίοδο της εδραίωσης των ενώσεων φυλών. Σε αυτό το πλαίσιο κλιμακώνεται η σύμπτυξη των φυλών, η οποία βαθμηδόν συνοδεύεται από την αντικατάσταση των εξ αίματος συγγενικών δεσμών από δεσμούς εδαφικούς (μετάβαση από την κοινότητα αίματος στην εδαφική κοινότητα). Έτσι προκύπτουν οι εθνότητες της δουλοκτητικής εποχής (Αίγυπτος, Ελλάδα, Ρώμη κ.λπ. στην αρχαιότητα).
Σε κάποιες περιοχές (π.χ. στην Ευρώπη) η διαμόρφωση τέτοιων προκεφαλαιοκρατικών γλωσσικών, εδαφικών και πολιτισμικών κοινοτήτων, δηλαδή εθνοτήτων, ολοκληρώνεται κυρίως επί φεουδαρχίας (αρχαία ρωσική, πολωνική, γαλλική κ.ά. εθνότητες), ενώ αλλού, αυτή η ιστορική διαδικασία συνεχίζεται. Κάποιες εθνότητες διαμορφώνονται από συγγενείς ως προς την καταγωγή και τη γλώσσα φυλές, π.χ. η πολωνική από σλαβικές φυλές: τους Πολωνούς του Βιστούλα, Μαζοβιάνους κ.ά., ενώ άλλες, από φυλές με διαφορετική γλώσσα, η συγχώνευση των οποίων επήλθε μέσω κατακτήσεων και ενσωμάτωσης κάποιων φυλών από άλλες, όπως η γαλλική, που σχηματίστηκε από γαλατικές φυλές, Ρωμαίους αποίκους και γερμανικές φυλές: Φράγκους, Βησιγότθους, Βουργούνδιους κ.ά.). Στην πορεία αυτής της εθνογένεσης μέσω της ενίσχυσης των δεσμών μεταξύ συνιστωσών φυλών, μία από τις γλώσσες ή διαλέκτους της υπό διαμόρφωση εθνότητας (λόγω πληθυσμού ή/και επιπέδου ανάπτυξης) μετατρέπεται σε βάση διαμόρφωσης της κοινής γλώσσας της εθνότητας, με αντίστοιχη υποβάθμιση των υπολοίπων σε διαλέκτους ή και με σταδιακή εξαφάνιση-ενσωμάτωσή τους στην κοινή. Η διαδικασία αυτή οδηγεί σε διαμόρφωση ενιαίας οικονομικής, εδαφικής και πολιτισμικής κοινότητας με αντίστοιχη ονομασία. Μια διαδικασία, η οποία κάπου συνοδεύεται από την σύσταση ενιαίου συγκεντρωτικού κράτους (π.χ. με τη μορφή μοναρχίας, συνένωσης φέουδων) και εδραιώνεται από αυτήν, ενώ αλλού δεν παρατηρείται τέτοια ευθεία σύμπτωση κρατικής και γλωσσικής επικράτειας.
Με την ανάπτυξη των εμπορευματικών και χρηματικών σχέσεων σε βάθος (οι όροι της παραγωγής -μέσα, αντικείμενα, υλικά και εργασιακή δύναμη- μετατρέπονται σε εμπορεύματα) και σε εύρος (εσωτερική αγορά) κυριαρχούν οι κεφαλαιοκρατικές σχέσεις, οπότε ενισχύονται οι οικονομικοί και πολιτισμικοί δεσμοί. Κατ’ αυτό τον τρόπο, οι εθνότητες μετατρέπονται σε έθνη. Εθνότητες που βρέθηκαν χωρισμένες από κρατικά σύνορα, κάπου αποτελούν απαρχές μερικών εθνικών σχηματισμών (όπως οι Πορτογάλοι και οι Γαλικιανοί, οι Γερμανοί, οι Αυστριακοί και οι Λουξεμβούργιοι κ.ά.). Αλλού πάλι πληθυσμοί που έλκουν την καταγωγή τους από μερικές εθνο-γλωσσικές κοινότητες, ενώνονται σε ενιαίο κράτος (π.χ. Ελβετία, Βέλγιο), πάντα σε συνάρτηση με συγκεκριμένους ιστορικά συσχετισμούς εσωτερικών και πέριξ τάσεων και δυνάμεων.
Σε κάθε περίπτωση, δεδομένου ότι η εθνογένεση δρομολογείται από την πρωτόγονη κοινότητα και κλιμακώνεται στους επόμενους κοινωνικοοικονομικούς σχηματισμούς, διαπλέκεται σε πολλά επίπεδα με τους εκάστοτε τρόπους παραγωγής των δουλοκτητικών και φεουδαρχικών δομών, άρα, με το πρόβλημα των κατεστημένων τάξεων (κληρονομικά διαβιβαζόμενων θέσεων και προνομίων).
Έθνος και κεφαλαιοκρατία. Ιμπεριαλισμός και εθνικό ζήτημα
Όπου το φαινόμενο της εθνογένεσης δρομολογείται σε συνάρτηση με την παρακμή της φεουδαρχίας και την άνοδο, την ανάπτυξη και εδραίωση κεφαλαιοκρατικών σχέσεων παραγωγής με όρους έθνους-κράτους, το έθνος προσλαμβάνει χαρακτηριστικά ανάπτυξης σε λίγο-πολύ «καθαρή μορφή». Αυτό αφορά ελάχιστες περιπτώσεις χωρών της Ευρώπης, π.χ. στην Γαλλία. Σε αυτή την ιστορική εποχή, η ανερχόμενη αστική τάξη επιτελεί προοδευτικό και επαναστατικό ρόλο, τίθεται επικεφαλής του μετώπου των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων (εργατικής τάξης, φτωχής αγροτιάς, προοδευτικής διανόησης κ.λπ.) υπό τη σημαία της«εθνικής ιδέας». Σε αυτές τις περιπτώσεις, το έθνος ταυτίζεται εν πολλοίς με τον «λαό», η μετωπική συγκρότηση του οποίου συνιστά και το ευρύτερο τότε ιστορικό υποκείμενο της επαναστατικής διαδικασίας που οδηγεί στην νίκη επί των δυνάμεων της φεουδαρχίας και των καταλοίπων της, όχι μόνο στο πεδίο της οικονομίας, αλλά και στο επίπεδο του πολιτικού, νομικού-θεσμικού και ευρύτερα κρατικού εποικοδομήματος.
Ωστόσο, ακόμα και σε αυτή τη διαδικασία που εκτυλίσσεται σε «καθαρή μορφή», η σχέση κοινωνικών δυνάμεων προόδου και αντίδρασης δεν είναι πάγια, γραμμικά δεδομένη και μονοσήμαντη. Οι ίδιες οι κοινωνικές και πολιτικές συμμαχίες είναι ιστορικά ρευστές σε διάφορες φάσεις αυτής της επαναστατικής διαδικασίας. Επιπλέον, ακόμα και τη στιγμή των πιο λαμπρών επαναστατικών σελίδων τέτοιων λαών, σε διεθνές επίπεδο οι βασικές δυνάμεις που διεκδικούν ή και ασκούν την ηγεμονία σε αυτό τον αγώνα συνεχίζουν ή και κλιμακώνουν το φρικαλέο καταπιεστικό έργο στις αποικίες. Ακόμα και στις πλέον επαναστατικές εξάρσεις της ανόδου της κεφαλαιοκρατίας, εκείνο που κυριαρχεί είναι μια «εθνοκεντρική» ή/και ευρωκεντρική τάση επικέντρωσης στα εσωτερικά καθήκοντα της αποικιοκρατικής μητρόπολης, των «πολιτισμένων χωρών». Η περιφέρεια των αποικιών, οι υπόλοιποι λαοί, συνεχίζουν να προσλαμβάνονται και από την πλειονότητα των «από κάτω» των μητροπόλεων ως «φόντο» και εργαλειακό υπόβαθρο, ως «φύσει κατώτερο υλικό», ως «φυσικοί και ανθρώπινοι πόροι» προς υπερεκμετάλλευση, για την ευημερία του «ανώτερου λαού και κράτους». Οι αποικιοκρατούμενοι λαοί, συνήθως εγγράφονται στην τροχιά της «επιστημονικά τεκμηριωμένης» χειραγώγησης (που φτάνει μέχρι τις εθνοκαθάρσεις και τη γενοκτονία), της «εκπολιτιστικής», «ιεραποστολικής» κ.λπ. λειτουργίας των μητροπόλεων. Ενίοτε, στην καλύτερη των περιπτώσεων, αντιμετωπίζονται στο πνεύμα της αφηρημένης χαλαρής φιλανθρωπίας, είτε και της ενατενιστικής σχέσης του περίεργου Ευρωπαίου προς την εξωτική αποικία, ως γραφικό φολκλόρ και αξιοθέατο, ως αντικείμενο για άνωθεν καταγραφή-αποτύπωση από την ελίτ διανόηση της «Δύσης» και του «Βορρά». Σε αυτό το πνεύμα αναπτύσσονται και οι αστικές επιστήμες της εθνογραφίας, της εθνολογίας, της ανθρωπολογίας, τα κεκτημένα των οποίων αντιμετωπίζονται από τους ιθύνοντες της άρχουσας τάξης της αποικιοκρατίας ως εργαλεία χειραγώγησης των αποικιών.
Αυτή είναι η ιστορία της κεφαλαιοκρατικής και ιμπεριαλιστικής αποικιοποίησης των λαών της Λατινικής Αμερικής, της Αφρικής και της Ασίας. Μια τραγική ιστορία αλλεπάλληλων κατακτήσεων αυτοχθόνων λαών από Ευρωπαίους εισβολείς, υποδούλωσης, γενοκτονίας και ποικίλων μορφών υπερεκμετάλλευσης ανθρώπων και φύσης. Σε αυτή τη ληστρική σχέση, η καταπίεση από τους αποικιοκράτες, οδηγούσε σε εξόντωση των αυτόχθονων πληθυσμών, σε συνδυασμό με την εισαγωγή δούλων, δηλαδή, σε ένα στυγνό σύστημα αποικιοκρατικής υπερεκμετάλλευσης, που διεξαγόταν με όρους συνδυασμένης γενοκτονίας των λαών τριών ηπείρων: Λατινικής Αμερικής, Αφρικής & Ασίας. Όταν εξάντλησαν π.χ. οι αποικιοκράτες το «υλικό» των Αφρικανών δούλων στην Κούβα, εισήγαγαν νέο «υλικό» από την Κίνα…
Κατ’ αυτό τον τρόπο, η εμφάνιση, διαμόρφωση και ανάπτυξη των εθνών επί κεφαλαιοκρατίας διαπλέκεται εξ αρχής με τη σύγκρουση κεφαλαίου – μισθωτής εργασίας, αλλά και με την αύξουσα ανισομέρεια σε περιφερειακό και παγκόσμιο επίπεδο. Η ανισομέρεια αυτή αποκτά δραματικές διαστάσεις με την κεφαλαιοκρατική αποικιοκρατία, η οποία συντηρεί, υποτάσσει, αναπαράγει και συχνά αναγεννά τις πιο στυγνές μορφές εκμετάλλευσης για την πρωταρχική συσσώρευση αλλά και γενικότερα για την αύξουσα συσσώρευση του κεφαλαίου. Χαρακτηριστική είναι η βάναυση κατάκτηση ολόκληρων ηπείρων, η ληστρική εκμετάλλευση φύσης και λαών, ο εξανδραποδισμός είτε και η εξόντωση αυτοχθόνων πληθυσμών, η μαζική ανάπτυξη της δουλικής εργασίας (θεσπισμένης μάλιστα στο 1ο σύνταγμα των ΗΠΑ) και του δουλεμπορίου επί αιώνες, στη βάση των οποίων εδραιώθηκε το «μεγαλείο» των ισχυρότερων αποικιοκρατικών κεφαλαιοκρατικών χωρών.
Αυτή η αντιφατικότητα αποκτά πρωτόγνωρες διαστάσεις κατά το μονοπωλιακό στάδιο της κεφαλαιοκρατίας, επί ιμπεριαλισμού. Όπως απέδειξε επιστημονικά ο Λένιν και άλλοι μαρξιστές ερευνητές, επί ιμπεριαλισμού η εκμετάλλευση εντείνεται, βαθαίνει και επεκτείνεται σε περιφερειακή και παγκόσμια κλίμακα. Αυτό δεν επιτυγχάνεται μόνο στη βάση της αποικιοκρατικής κατοχής, αλλά και στη βάση της εξαγωγής κεφαλαίου, ποικίλων μορφών ροών κεφαλαίου, μέσω των οποίων διαμορφώνεται ένα πλέγμα εκμεταλλευτικών σχέσεων για την άντληση υπεραξίας με τη μορφή μονοπωλιακών υπερκερδών από τους κυρίαρχους μονοπωλιακούς ομίλους και από τα ισχυρότερα ως προς το κεφάλαιο κράτη-παράσιτα, μια χούφτα «κράτη ραντιέ», όπως τα αποκαλούσε ο Λένιν. Η διεθνοποίηση και παγκοσμιοποίηση των εκμεταλλευτικών σχέσεων παραγωγής συνιστά ουσιώδη έκφανση της βασικής εκμεταλλευτικής σχέσης κεφαλαίου-εργασίας σε παγκόσμια κλίμακα, που έχει ως αποτέλεσμα την πολλαπλή εκμετάλλευση από τα ισχυρότερα μονοπώλια όχι μόνο της εργατικής τάξης στο εσωτερικό των ιμπεριαλιστικών κρατών, αλλά και της παγκόσμιας εργατικής τάξης, του συνόλου των καταπιεσμένων λαών, των τοπικών αρχουσών τάξεων συμπεριλαμβανομένων.
Οι φυλετικές, εθνικές, θρησκευτικές και γενικότερα πολιτισμικές διαφοροποιήσεις και αντιπαλότητες δεν συνδέονται γραμμικά με τις ταξικές, ούτε και ανάγονται σε αυτές. Η πορεία τους δρομολογείται από τις προταξικές βαθμίδες της ιστορίας και από τα κοινοτικά εκείνα κατάλοιπα, τα οποία η κεφαλαιοκρατική «παγκοσμιοποίηση» επί ιμπεριαλισμού όχι μόνο δεν εξάλειψε, αλλά τα αναπαράγει μετασχηματισμένα ως οργανικά – οροθετικά στοιχεία της σύμφυτης με την κεφαλαιοκρατία αύξουσας ανισομέρειας, ως ιδιότυπες εκφάνσεις του παγκοσμιοποιούμενου και πλανητικού πλέον πεδίου των ταξικών συγκρούσεων.
Σοσιαλιστικές επαναστάσεις, εθνικό ζήτημα και αντιιμπεριαλισμός
Η Μεγάλη Οκτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση και οι άλλες πρώιμες σοσιαλιστικές επαναστάσεις που ακολούθησαν, προσέδωσαν ριζικά διαφορετικά χαρακτηριστικά στο εσωτερικό των κοινωνιών με τους επαναστατικούς μετασχηματισμούς που δρομολόγησαν. Στην ΕΣΣΔ, π.χ., που προέκυψε με τη νίκη της επανάστασης στη Ρωσία και στις αποικίες της, δρομολογήθηκε η άρση της οικονομικής, τεχνολογικής, μορφωτικής, πολιτισμικής κ.λπ. καθυστέρησης λαών και εθνοτήτων. Έπαψε εν πολλοίς να υφίσταται η υλική βάση διάκρισης «ανώτερων» και «κατώτερων» εθνών, κυρίαρχων και κυριαρχούμενων, καταπιεστών και καταπιεζόμενων. Με την πολιτισμική επανάσταση και την καταπολέμηση του αναλφαβητισμού, δρομολογήθηκαν διαδικασίες άλλου τύπου εθνογένεσης, ακόμα και για νομαδικούς λαούς που δεν είχαν μέχρι τότε γραφή, άλλου τύπου σχέσεις μεταξύ των εθνών και εθνοτήτων, μέσω της επιδίωξης επίτευξης πραγματικής αυτοδιάθεσης και συνένωσης σε εθελούσια βάση, μέσω της δημιουργίας και άνθισης των εθνικών πολιτισμών στο πλαίσιο της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.
Λόγου χάρη, η αρχαία ρωσική εθνότητα αποτέλεσε την κοινή ρίζα καταγωγής τριών εθνοτήτων (ρωσικής, ουκρανικής και λευκορωσικής) οι οποίες ουσιαστικά συγκροτήθηκαν ως εθνικοί σχηματισμοί κυρίως μετεπαναστατικά, επί ΕΣΣΔ. Στην ΕΣΣΔ ορισμένες εθνότητες (π.χ. Τουρκμένιοι, Κιργίζιοι κ.ά.) συγκροτήθηκαν ως έθνη, ουσιαστικά παρακάμπτοντας το κεφαλαιοκρατικό στάδιο ανάπτυξης.
Οι πρώιμες σοσιαλιστικές επαναστάσεις πυροδότησαν επίσης διεθνώς κύματα αντιαποικιοκρατικών, αντιιμπεριαλιστικών και εθνικοαπελευθερωτικών αγώνων, ως αποτέλεσμα των οποίων από τον 20ό αι. και ιδιαίτερα μετά τον Β΄ ΠΠ, άλλαξε σε σημαντικό βαθμό ο συσχετισμός δυνάμεων και ο ίδιος ο παγκόσμιος πολιτικός χάρτης.
Η κρίση του αρχικά παγιωμένου αποικιοκρατικού συστήματος του ιμπεριαλισμού, οι αντιαποικιοκρατικοί και εθνικοαπελευθερωτικοί αγώνες που οδήγησαν συχνά στην κατάκτηση διαφόρων μορφών και επιπέδων κρατικής υπόστασης και εθνικής ανεξαρτησίας σε πολλές χώρες της Ασίας, της Λατινικής Αμερικής και της Αφρικής επιτάχυναν διαδικασίες εμφάνισης, διαμόρφωσης και εδραίωσης εθνικής αυτοσυνείδησης λαών. Έτσι, από τις διάφορες ενώσεις φυλών, εθνότητες και εδαφικές κοινότητες, σχηματίζονται νέες εθνότητες, νέα έθνη.
Σε σειρά πρώην αποικιών η εθνογένεση λαμβάνει χώρα μέσα στον αγώνα για την ανεξαρτησία, η κατάκτηση της οποίας μορφοποιείται σε έναν εδαφικό χώρο διαμορφωμένο ιστορικά με σκοπιμότητες αποικιοκρατικής υπερεκμετάλλευσης, με κριτήρια χειραγώγησης βάσει της αρχής του «διαίρει και βασίλευε», με κοινότητες από φυλές και εθνότητες με διαφορετική γλώσσα, πολιτισμό και οικονομική ζωή, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα εύθραυστα και πρωτόγνωρα κρατικά μορφώματα εδαφικής και οικονομικής συσπείρωσης, πολιτικής και πολιτισμικής ανάπτυξης.
Οι θεμελιωτές της επαναστατικής θεωρίας και πράξης του κομμουνιστικού κινήματος διείδαν τους οργανικούς δεσμούς μεταξύ ταξικού αγώνα της εργατικής τάξης των πιο ανεπτυγμένων κεφαλαιοκρατικών χωρών και αντιαποικιοκρατικών, εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων των λιγότερο ανεπτυγμένων και εξαρτημένων χωρών και λαών.
Οι μεγάλοι ηγέτες των σοσιαλιστικών επαναστάσεων διακρίνονταν μεταξύ άλλων και για την ικανότητά τους να αντιλαμβάνονται τα καθήκοντα της νέας εποχής στην οργανική τους διασύνδεση, υπό το πρίσμα της κοσμοϊστορικής διεθνιστικής αποστολής των κομμουνιστών, στο πλαίσιο της παγκόσμιας επαναστατικής διαδικασίας. Σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο των καθηκόντων του κινήματος έβλεπαν και τις ποικίλες εκφάνσεις του εθνικού ζητήματος.
Είναι εξαιρετικά διορατικές οι 10 θέσεις του Στάλιν για το θέμα στο κεφάλαιο του έργου του «Ζητήματα λενινισμού» με τίτλο «Το απελευθερωτικό κίνημα των καταπιεζόμενων λαών και η προλεταριακή Επανάσταση» το 1924:
«Στη λύση του εθνικού ζητήματος, ο λενινισμός ξεκινά απ’ τις ακόλουθες θέσεις:
- Ο κόσμος είναι χωρισμένος σε δυο στρατόπεδα: στο στρατόπεδο μιας χούφτας πολιτισμένων εθνών που κατέχουν σχεδόν το σύνολο του χρηματιστικού κεφαλαίου και εκμεταλλεύονται την τεράστια πλειονότητα του πληθυσμού της υδρογείου σφαίρας, και στο στρατόπεδο των λαών που υφίστανται την καταπίεση και την εκμετάλλευση, των αποικιών και των εξαρτημένων χωρών, που αποτελούν αυτή την πλειονότητα.
- Οι αποικίες και οι εξαρτημένες χώρες, που τις καταπιέζει και τις εκμεταλλεύεται το χρηματιστικό κεφάλαιο, αποτελούν τη μεγαλύτερη εφεδρεία και τη σοβαρότερη πηγή δύναμης του ιμπεριαλισμού.
- Ο επαναστατικός αγώνας των καταπιεζόμενων λαών, των εξαρτημένων και των αποικιακών χωρών ενάντια στον ιμπεριαλισμό είναι ο μοναδικός δρόμος για την απελευθέρωσή τους από την καταπίεση και την εκμετάλλευση.
- Οι σπουδαιότερες αποικιακές και εξαρτημένες χώρες έχουν μπει πλέον στο δρόμο του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος, που δεν μπορεί παρά να οδηγήσει στην κρίση του παγκόσμιου καπιταλισμού.
- Τα συμφέροντα τού προλεταριακού κινήματος στις αναπτυγμένες χώρες και του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος στις αποικίες απαιτούν τη συνένωση αυτών των δυο μορφών του επαναστατικού κινήματος σ’ ένα κοινό μέτωπο ενάντια στον κοινό εχθρό, ενάντια στον ιμπεριαλισμό.
- Η νίκη της εργατικής τάξης στις αναπτυγμένες χώρες και η απελευθέρωσή των καταπιεζόμενων λαών από το ζυγό τού ιμπεριαλισμού είναι ανέφικτες χωρίς τη συγκρότηση και τη στερέωση ενός κοινού επαναστατικού μετώπου.
- Η συγκρότηση κοινού επαναστατικού μετώπου είναι ανέφικτη αν το προλεταριάτο των εθνών που καταπιέζουν, δεν υποστηρίζει άμεσα και αποφασιστικά το απελευθερωτικό κίνημα των καταπιεζόμενων λαών, ενάντια στον δικό του, τον «ντόπιο» ιμπεριαλισμό, γιατί «δεν μπορεί να είναι ελεύθερος ένας λαός που καταπιέζει άλλους λαούς» (Μαρξ).
- Η υποστήριξη αυτή σημαίνει διεκδίκηση, υπεράσπιση, εφαρμογή στη ζωή του συνθήματος για το δικαίωμα των εθνών για αποχωρισμό, για την ανεξάρτητη κρατική τους ύπαρξη.
- Χωρίς την πραγματοποίηση αυτού του συνθήματος είναι αδύνατο να γίνει η συνένωση και η συνεργασία των εθνών, μέσα στην ενιαία παγκόσμια οικονομία, που αποτελεί την υλική βάση για τη νίκη του σοσιαλισμού.
- Η συνένωση αυτή μπορεί να είναι μόνο εθελοντική, που γεννιέται πάνω στη βάση της αμοιβαίας εμπιστοσύνης και των αδελφικών σχέσεων των λαών μεταξύ τους» (Ι. Β. Στάλιν, «Ζητήματα λενινισμού», Άπαντα, τ. 6 σελ. 145-146. / ελλ: Β. Καμπίτση, χ.χ., σελ. 63-64).
Είναι εντυπωσιακή η σαφήνεια και η επικαιρότητα αυτών των θέσεων, έναν αιώνα μετά τη διατύπωσή τους.
Έκτοτε μεσολάβησαν πολλά. Οι θριαμβευτικές επιτυχίες της ΕΣΣΔ και των άλλων μεγάλων σοσιαλιστικών επαναστάσεων, με κορυφαίας σημασίας τη συντριβή του άξονα Αντι-Κομιντέρν, και η τραγωδία των αντεπαναστάσεων στην ΕΣΣΔ και στις ευρωπαϊκές χώρες του πρώιμου σοσιαλισμού.
Εθνικό ζήτημα και αντιιμπεριαλισμός: από τον Β΄ στον Γ΄ ΠΠ
Διαπιστώνουμε λοιπόν ότι σήμερα το εθνικό ζήτημα προβάλλει με μεγαλύτερη ένταση και σε πιο περίπλοκες μορφές. Ο πρώιμος σοσιαλισμός δρομολόγησε ποιοτικά νέες μορφές εθνογένεσης εντός των σοσιαλιστικών χωρών, αλλά και τις απαρχές εντελώς πρωτοφανών ιστορικά κοινοτήτων ανθρώπων, όπως αυτές των πολυεθνικών λαών: Σοβιετικού λαού, Γιουγκοσλαβικού, Κινεζικού κ.λπ.
Ο πρώιμος σοσιαλισμός ευνόησε και δρομολόγησε επίσης διαδικασίες που έφεραν στο προσκήνιο μια νέα δυναμική και ουσιαστική συνιστώσα της παγκόσμιας επαναστατικής διαδικασίας: τον αντιιμπεριαλιστικό αγώνα των λαών, βασική μορφή του οποίου είναι η διεκδίκηση εθνικής ανεξαρτησίας και λαϊκής κυριαρχίας.
Όλες ανεξαιρέτως οι νικηφόρες πρώιμες σοσιαλιστικές επαναστάσεις είχαν και τέτοια χαρακτηριστικά, συνδέονταν στενά με την ιστορική αναγκαιότητα επίλυσης του εθνικού ζητήματος. Ενός ζητήματος το οποίο για τη συντριπτική πλειονότητα των λαών δεν είναι σε θέση να επιλύσει η κεφαλαιοκρατία. Τουναντίον, το διαχειρίζεται η ιμπεριαλιστική χρηματιστική ολιγαρχία, η κερδοφορία της οποίας εδράζεται στην ανισομέρεια, στις διαφορές και τις ανισότητες ως βάση για την υπερεκμετάλλευση σε παγκόσμια κλίμακα, με την άντληση υπεραξίας με τη μορφή των μονοπωλιακών υπερκερδών.
Αλλά και οι αστικές αντεπαναστάσεις που επικράτησαν στην ΕΣΣΔ και στις ευρωπαϊκές χώρες του πρώιμου σοσιαλισμού χρησιμοποίησαν αποτελεσματικά χειραγωγήσεις μέσω εγχειρημάτων και αφηγημάτων νεκρανάστασης ή και ωμής «ανακατασκευής» και «κατασκευής» εθνών για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων των παρασιτικών αρχουσών τάξεων που προέκυψαν από τη μετεξέλιξη της παραοικονομίας-μαφίας σε βασικό υποκείμενο της αντίδρασης και των ληστρικών-διαλυτικών διαδικασιών ιδιωτικοποίησης, της δρομολόγησης πρωτοφανών ιστορικά μορφών πρωταρχικής συσσώρευσης κεφαλαίου, πλέον στη βάση όχι της φεουδαρχίας και των καταλοίπων της, αλλά των κεκτημένων του ηττημένου πρώιμου σοσιαλισμού.
Η αναβίωση του ακραίου αντικομμουνισμού, του ναζισμού, του ρατσισμού και ποικίλων μορφών φασισμού στα περισσότερα καθεστώτα που προέκυψαν από αυτές τις αντεπαναστάσεις με πλήρη στήριξη από τον επιτιθέμενο ιμπεριαλιστικό άξονα με επικεφαλής τις ΗΠΑ, συνδέεται οργανικά με τις τερατογενέσεις αυτών οπισθοδρομικών στην ουσία τους καθεστώτων. Χαρακτηριστικές είναι οι περιπτώσεις της διάλυσης πολυεθνικών κρατών με πολέμους ή και «ειρηνικά»: της Γιουγκοσλαβίας, της ΕΣΣΔ και της Τσεχοσλοβακίας.
Από το τελευταίο τέταρτο του 20ού αι., εμφανίζονται έντονα και αποσχιστικά κινήματα σε ιμπεριαλιστικές χώρες (Σκωτίας, χώρας των Βάσκων, Καταλονίας, Βόρειας Ιταλίας, Κεμπέκ κ.λπ.) με την επίκληση του εθνικού ζητήματος. Ωστόσο, το ταξικό περιεχόμενο τέτοιων κινημάτων είναι μάλλον ελιτίστικα αστικό, μιας και διεκδικούν πρακτικά εδραίωση και αναβάθμιση των προνομιακών τους θέσεων και αμεσότερης πρόσβασης στη νομή της ιμπεριαλιστικής λείας, απαλλαγή από κόστη δημοσιονομικής αναδιανομής έναντι άλλων, λιγότερο ανεπτυγμένων τμημάτων των χωρών τους κ.λπ.…
Διαπιστώνουμε λοιπόν ότι δεν είναι κάθε εθνικό αυτονομιστικό κίνημα προοδευτικό και άξιο αλληλεγγύης των. Βασικό κριτήριο για τους κομμουνιστές είναι η σχέση του κάθε κινήματος με την στρατηγική προοπτική της σοσιαλιστικής επανάστασης και του κομμουνισμού.
Από την τυπική στην πραγματική ανεξαρτησία και κυριαρχία;
Κλιμάκωση όλων των αντιδραστικών τάσεων συνιστά συνολικά ο εν εξελίξει Γ΄ ΠΠ που εξαπολύει ο ιμπεριαλιστικός άξονας ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ σε όλα τα μέτωπα στα οποία εκτυλίσσεται σήμερα και στα οποία θα κλιμακωθεί αύριο.
Όλες οι προσπάθειες άμεσων και έμμεσων (δι’ αντιπροσώπων) επιθέσεων του ιμπεριαλιστικού άξονα έχουν ως όχημα άδικες, τερατώδεις και φονικές χειραγωγήσεις ληστρικού και αντιδραστικού χαρακτήρα με αναφορές στο εθνικό ζήτημα.
Τουναντίον, όλες οι αμυντικές κινήσεις και οι αντεπιθετικές προσπάθειες των δυνάμεων του αντιιμπεριαλισμού και του σοσιαλισμού συνδέονται οργανικά με την κοινωνικά δίκαιη και προοδευτική ανάδειξη αγώνων και διεκδικήσεων εθνικής ανεξαρτησίας και λαϊκής κυριαρχίας. Αγώνων που μπορούν να κλιμακωθούν νομοτελώς σε επαναστατική κατεύθυνση. Τέτοιος ήταν και είναι κατά βάση ο αγώνας του σερβικού λαού. Τέτοιος είναι και ο αγώνας στο ουκρανικό μέτωπο κατά του ιμπεριαλισμού και του ναζισμού.
Εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα ζωής ή θανάτου με το σιωνιστικό καθεστώς -πολεμική μηχανή του ευρωατλαντικού άξονα- δίνει ο λαός της Παλαιστίνης με αλληλέγγυο τον λαό της Υεμένης.
Εθνικοαπελευθερωτικοί και αντιιμπεριαλιστικοί είναι οι αγώνες των λαών της Λατινικής Αμερικής, της Αφρικής και της Ασίας κατά του ιμπεριαλιστικού άξονα και των κατά τόπους οργάνων του.
Επαναστατικός αγώνας για επανένωση του έθνους και για τον σοσιαλισμό είναι ο αγώνας του λαού της Κορέας με επικεφαλής τη Λ.Δ. Κορέας για την απελευθέρωση του κατεχόμενου από τις ΗΠΑ και τις μαριονέτες τους μέρους της Κορεατικής Χερσονήσου. Αντίστοιχος είναι και ο αγώνας για επανένωση με την Ταϊβάν και προς αποτροπή των υποδαυλιζόμενων από τον υπό τις ΗΠΑ άξονα χωριστικών «κινημάτων» που διεξάγει ο λαός της Λ.Δ. Κίνας.
Έχουμε επισημάνει σε άλλα κείμενα τον χαρακτήρα του κλιμακούμενου Γ΄ ΠΠ και των εμπλεκόμενων σε αυτόν δυνάμεων.
Εδώ είναι απαραίτητο να επισημάνουμε μία επιπλέον ιδιαιτερότητα αυτού του πολέμου εκ μέρους των δυνάμεων του αντιιμπεριαλισμού και του σοσιαλισμού.
Κατά τον 20ο αι., ιδιαίτερα μετά τον Β΄ ΠΠ, υπήρξαν κύματα νικηφόρων αντιιμπεριαλιστικών κινημάτων στις πρώην αποικίες και στις εξαρτημένες από τον ιμπεριαλισμό χώρες. Κάποιες από αυτές τις χώρες που προέκυψαν, επιχείρησαν να δρομολογήσουν και διαδικασίες μεταρρυθμίσεων σε μη κεφαλαιοκρατική κατεύθυνση, σε συνεργασία με την ΕΣΣΔ και άλλες χώρες του πρώιμου σοσιαλισμού. Ως αποτέλεσμα αυτών των αγώνων, πολλές χώρες απέκτησαν τουλάχιστον τυπικά κάποια ανεξαρτησία και κρατική υπόσταση.
Αυτές οι διαδικασίες δημιούργησαν και το «Κίνημα των Αδεσμεύτων χωρών» υπό την εμβληματική ηγεσία της Κούβας και του Φιντέλ Κάστρο. Οι διαδικασίες αυτές σε σημαντικό βαθμό τελμάτωσαν είτε οπισθοχώρησαν, ιδιαίτερα μετά τις αντεπαναστάσεις στην ΕΣΣΔ κ.λπ. Ο ιμπεριαλισμός δεν παραιτήθηκε από τις ληστρικές του αξιώσεις. Η παρουσία εκατοντάδων ξένων στρατιωτικών βάσεων (στρατευμάτων κατοχής) των ΗΠΑ και άλλων ιμπεριαλιστικών χωρών, αλλεπάλληλες στρατιωτικές επεμβάσεις, «εμφύλιοι πόλεμοι» και πραξικοπήματα για την επιβολή ελεγχόμενων διεφθαρμένων καθεστώτων στην υπηρεσία του ιμπεριαλισμού, είναι στην ημερήσια διάταξη.
Σε κάθε περίπτωση, οι κατακτήσεις αυτών των αντιιμπεριαλιστικών κινημάτων δεν μπόρεσαν να ανακόψουν ουσιαστικά την υπερεκμετάλλευση των λαών. Στη θέση της παραδοσιακής κατοχής-αποικιοκρατίας ήλθε η νεοαποικιοκρατία, με έμφαση στα πολλά και διάφορα πλοκάμια νομιμοφανούς υπερεκμετάλλευσης.
Εάν λοιπόν κατά τις προηγούμενες συρράξεις το αντιιμπεριαλιστικό κίνημα κατάφερε να εδραιώσει κάποιας μορφής τυπική ανεξαρτησία για πολλούς λαούς, ο εν εξελίξει Γ΄ ΠΠ φέρνει στο προσκήνιο τη δυνατότητα και την αναγκαιότητα μετάβασης του αντιιμπεριαλισμού από την τυπική στην πραγματική και ουσιαστική κατάκτηση εθνικής ανεξαρτησίας και λαϊκής κυριαρχίας για τους λαούς με μέσο και κατώτερο του μέσου επίπεδο ανάπτυξης.
Η μετάβαση από την τυπική στην πραγματική και ουσιώδη ανεξαρτησία και κυριαρχία είναι σήμερα αναγκαία όσο ποτέ. Θα γίνεται εφικτή στο βαθμό που οι αντιιμπεριαλιστικές και σοσιαλιστικές δυνάμεις, με όλα τα μέσα (ένοπλα, οικονομικά κ.λπ.) θα αποκόπτουν πραγματικά τις δυνάμεις του ιμπεριαλισμού υπό τις ΗΠΑ από τις περιφερειακές και παγκόσμιες πηγές άντλησης μονοπωλιακών υπερκερδών, από αυτές τις αρτηρίες-πλοκάμια διαρκούς αφαίμαξης των λαών, από τις πηγές του ληστρικού παρασιτισμού του, στον βαθμό που θα υπονομεύουν, θα ακυρώνουν, θα καταργούν και θα συντρίβουν τους μηχανισμούς αυτής της αφαίμαξης. Οι διαδικασίες που έχουν ήδη δρομολογηθεί προμηνύουν εξαιρετικά αισιόδοξες τάσεις.
Αυτό είναι το βασικότερο κοινωνικό και οικονομικό περιεχόμενο του Γ’ ΠΠ από τη σκοπιά των συμφερόντων του εκ των πραγμάτων συγκροτούμενου πόλου των αντιιμπεριαλιστικών και σοσιαλιστικών δυνάμεων που συνιστά και την κύρια ιστορική δικαίωση της εμπλοκής τους σε αυτόν.
Κανένας άλλος πόλεμος, του Β΄ ΠΠ συμπεριλαμβανομένου δεν έθεσε τέτοιο διακύβευμα σε τέτοια κλίμακα. Αυτό είναι και το κύριο νόημα της εμπλοκής του εθνικού ζητήματος σε αυτή τη σύρραξη από την σκοπιά των συμφερόντων του πόλου των αντιιμπεριαλιστικών και σοσιαλιστικών δυνάμεων.
Πρόκειται για ένα περιεχόμενο το οποίο οι μηχανισμοί μαζικής χειραγώγησης και προπαγάνδας του ιμπεριαλισμού έχουν κάθε λόγο να κρατούν ως επτασφράγιστο μυστικό απ’ τους λαούς.
Οπορτουνισμός σταθερά στην υπηρεσία του ιμπεριαλιστικού άξονα
Σε αυτό το δόλιο έργο τους οι ιμπεριαλιστές έχουν σήμερα τη συνέργεια του πλέον επικίνδυνου οπορτουνισμού και αναθεωρητισμού της ιστορίας. Η σημερινή ηγεσία του ΚΚΕ, στο πλαίσιο της φαραωνικής της αρλούμπας, του γελοίου ανορθολογικού δόγματος περί «ιμπεριαλιστικής πυραμίδας», πασχίζει να υπονομεύσει το παγκόσμιο αντιιμπεριαλιστικό και κομμουνιστικό κίνημα. Αναγορεύει λοιπόν κάθε αντιιμπεριαλιστικό αγώνα και κάθε διεκδίκηση εθνικής ανεξαρτησίας σε «οπορτουνισμό», σε «πορεία κάτω από ξένες σημαίες, στην ουρά κάποιων αστικών τάξεων». Στα κεφάλια αυτών των γραφειοκρατών «με τη μοναδικά ορθή συνεπή αντικαπιταλιστική γραμμή», «όλες οι χώρες είναι εξίσου ιμπεριαλιστικές και οι αστικές τους τάξεις ασκούν ιμπεριαλιστική πολιτική, αντίστοιχη με τη θέση τους στην πυραμίδα»!
Βάσει αυτής της αντεπαναστατικής αθλιότητας, διακηρύσσουν ότι «δεν υπάρχει εξάρτηση αλλά αλληλεξαρτήσεις» και ότι σε αυτή τη βάση, «δεν υφίσταται πλέον σήμερα εθνικό ζήτημα στον κόσμο»!
Ερώτημα: σε όλο τον κόσμο; «Περίπου», απαντούν οι φωστήρες του οπορτουνισμού. Το παλαιστινιακό μέτωπο σήμερα στη Γάζα είναι καταφανώς ένα από τα μέτωπα ενός και του αυτού ιμπεριαλιστικού πολέμου: ο ίδιος άξονας υπό τις ΗΠΑ, στηρίζει με κάθε τρόπο και μέσο το ναζιστικό καθεστώς του Κιέβου και το σιωνιστικό ρατσιστικό καθεστώς του Ισραήλ. Ωστόσο, λόγω των βαθύτατων παραδόσεων αλληλεγγύης του ελληνικού λαού προς τον παλαιστινιακό, προς αποφυγή της μαζικής κατακραυγής, οι ηγέτες του ΚΚΕ διατείνονται με παρρησία: «άλλο είναι αυτό! Το παλαιστινιακό είναι το μόνο άλυτο εθνικό ζήτημα σήμερα, η μόνη εξαίρεση απ’ τον κανόνα της πυραμίδας»! Χωρίς να μπαίνουν στον κόπο να εξηγήσουν γιατί και πώς! Έτσι προσπαθούν να κρατήσουν προσωρινά κάποια προσχήματα σε επίπεδο διακηρύξεων αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη, για να συνεχίσουν τη διαλυτική χειραγώγηση που ασκούν στην υπηρεσία του ιμπεριαλισμού… Καταγγέλλουν λοιπόν τον πόλεμο στην Παλαιστίνη, φροντίζοντας να τονίσουν σε κάθε επωδό ότι «από τον πόλεμο υποφέρει και ο λαός του Ισραήλ»!…
Και μόνο με τον ισχυρισμό τους περί σχεδόν παντελούς επίλυσης του εθνικού ζητήματος σήμερα από τον ιμπεριαλισμό, προσφέρουν ανεκτίμητη υπηρεσία στον άξονα που έχουν βαλθεί να υπηρετούν μεσούντος του πολέμου.
Κατά τα λοιπά, συνεχίζουν απτόητοι την προσχηματική στάση των «ίσων αποστάσεων» με έμφαση στην καταδίκη της «ρωσικής ιμπεριαλιστικής επιθετικότητας», του «κινεζικού ιμπεριαλισμού» και της Λ.Δ. Κορέας, την οποία έφτασαν να κατασυκοφαντούν εντός και εκτός αστικού κοινοβουλίου ως «νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα με ιδιωτικά πανεπιστήμια»…
Θα έλεγε κανείς, ότι βάσει της περί «πυραμίδας» ασυναρτησίας τους, θα επεδίωκαν -στο πλαίσιο της προσφιλούς τους ανιστορικής αναλογίας του σήμερα με τον Α΄ ΠΠ- την ήττα με κάθε τρόπο και μέσο του «δικού τους» ιμπεριαλιστικού συνασπισμού. Όχι βέβαια! Συνεχίζουν να αξιώνουν κατάπαυση του πυρός και υποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων από τα «κατεχόμενα» εδάφη της Ουκρανίας, η οποία «διεξάγει έναν δίκαιο πόλεμο»!
Επιπλέον, διακηρύσσουν ότι «σε περίπτωση που δεχτεί επίθεση η Ελλάδα, το ΚΚΕ θα πρωτοστατήσει στον αγώνα για την εδαφική ακεραιότητα»! Προετοιμάζουν έτσι το έδαφος για την ακόμα πιο άμεση εμπλοκή σε νέα μέτωπα υπέρ του άξονα ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ, με την επίκληση από την υποτακτική στον άξονα κυβέρνηση ζητήματος «εδαφικής ακεραιότητας»!…
Συμπεράσματα
Όπως διαπιστώσαμε, το εθνικό ζήτημα και ο αντιιμπεριαλισμός τίθενται επιτακτικά στο προσκήνιο όσο κλιμακώνεται ο Γ΄ ΠΠ. Το πρόβλημα της εθνογένεσης, των εθνοτήτων και των εθνών, συνδέεται οργανικά με τη σχέση φυσικού και κοινωνικού στη λογική της ιστορίας, με όλο το πλέγμα της δομής και της ιστορίας των σχέσεων του ανθρώπου προς τη φύση και των σχέσεων μεταξύ ανθρώπων, με τις μορφές ιδιοκτησίας, τις κατεστημένες και κοινωνικές τάξεις.
Το έθνος ως συγκεκριμένη ιστορική κοινότητα εμφανίζεται, διαμορφώνεται και αναπτύσσεται επί κεφαλαιοκρατίας και συνδέεται οργανικά με την ταξική διάρθρωση της τελευταίας. Το εθνικό ζήτημα προσλαμβάνει εξαιρετικά αντιφατικά χαρακτηριστικά επί ιμπεριαλισμού, μιας και συνδέεται οργανικά με την αύξουσα ανισομέρεια, με τις διεθνικές και παγκόσμιες σχέσεις υπερεκμετάλλευσης, με την αποικιοκρατία και τη νεοαποικιοκρατία, άρα: με τον εκάστοτε «ασθενή κρίκο» της παγκόσμιας επαναστατικής διαδικασίας. Οι δυνάμεις του ιμπεριαλισμού δεν μπορούν και δεν θέλουν να το επιλύσουν.
Οι πρώιμες σοσιαλιστικές επαναστάσεις συνδέονται οργανικά με το εθνικό ζήτημα και την επίλυσή του, δρομολογούν άλλου τύπου διαδικασίες εθνογένεσης και διεθνισμού εντός τους, ενώ συμβάλλουν καταλυτικά στην ανάπτυξη αντιαποικιοκρατικών και αντιιμπεριαλιστικών κινημάτων, ιδιαίτερα μετά τον Β΄ ΠΠ.
Με τις αντεπαναστάσεις στην ΕΣΣΔ και στις άλλες πρώιμες σοσιαλιστικές χώρες της Ευρώπης, διαλύονται πολυεθνικά σοσιαλιστικά κράτη, ενώ οι νεοαποικιοκρατικές μορφές υπερεκμετάλλευσης καθιστούν μάλλον τυπική την όποια ανεξαρτησία των περισσότερων χωρών της Ασίας, της Αφρικής και της Λατινικής Αμερικής.
Με τον κλιμακούμενο Γ΄ ΠΠ, στην περίπτωση της νίκης των δυνάμεων του πόλου του αντιιμπεριαλισμού και του σοσιαλισμού, καθίσταται αναγκαία και εφικτή εν πολλοίς η μετάβαση από την τυπική στην πραγματική ανεξαρτησία και κυριαρχία των λαών, μέσω της δραστικής αποκοπής του ιμπεριαλισμού από τις πηγές παρασιτισμού του. Η διαδικασία αυτή θα δρομολογήσει νέο κύμα νικηφόρων αντιιμπεριαλιστικών και σοσιαλιστικών επαναστάσεων, στο επίκεντρο των οποίων τίθεται εκ νέου το εθνικό ζήτημα.
Η νίκη των δυνάμεων του αντιιμπεριαλισμού και του σοσιαλισμού απαιτεί μετωπικό αγώνα όλων των προοδευτικών δυνάμεων με πρωτοπορία τους κομμουνιστές. Αναγκαίος όρος για τη νίκη αυτή είναι η αποκάλυψη, η ανασκευή των άθλιων ιδεολογημάτων, κάθε υπονομευτικής-διαλυτικής δράσης και η συντριβή του οπορτουνισμού, που βρίσκεται σταθερά στην υπηρεσία του ιμπεριαλιστικού άξονα.
Για την επίτευξη αυτών των σκοπών, είναι απαραίτητη η ενδυνάμωση και ανάπτυξη της Παγκόσμιας Αντιιμπεριαλιστικής Πλατφόρμας, του πιο ελπιδοφόρου επαναστατικού διεθνιστικού εγχειρήματος των τελευταίων δεκαετιών.
Ήττα του ιμπεριαλιστικού άξονα υπό τις ΗΠΑ!
Αγώνας για πραγματική ανεξαρτησία, κυριαρχία, ευημερία και ανάπτυξη των λαών!
Νίκη στις εθνικοαπελευθερωτικές, αντιιμπεριαλιστικές και σοσιαλιστικές δυνάμεις!