Η ατομική ευθύνη στα νέα “πολύχρωμα” τιμολόγια κατανάλωσης ρεύματος
του Γιώργου Σαράντη
Η καταιγιστική επέλαση των νεοφιλελεύθερων «μεταρρυθμίσεων» στη χώρα μας προσεγγίζει πλέον τη δεύτερή της δεκαετία. Μια πρωτόγνωρη για δυτική χώρα εκστρατεία βίαιης αναδιανομής πλούτου που σηματοδοτήθηκε από το 1ο Μνημόνιο και κλιμακώθηκε μεθοδικά μέχρι τις μέρες μας, εργαλειοποιώντας και ενσωματώνοντας ψυχολογικούς μηχανισμούς μαζικής αλλοτρίωσης που σταδιακά και ιδιαίτερα μετά την ιστορικών διαστάσεων πολιτική εξαπάτηση του ’15 οδήγησαν στην σχεδόν ολοκληρωτική κάμψη των κοινωνικών αντιστάσεων και στην υποταγή ενώπιον του «ιστορικά δικαιωμένου» αφηγήματος ότι «δεν υπάρχει εναλλακτική».
Χιλιάδες μνημονιακοί νόμοι και διατάξεις κυριολεκτικά κονιορτοποίησαν κοινωνικά και εργασιακά κεκτημένα δεκαετιών ενώ το σύνολο του δημόσιου πλούτου μιας χώρας, για πρώτη φορά στα παγκόσμια χρονικά λεηλατήθηκε και τέθηκε προς «αξιοποίηση» από κάθε ενδιαφερόμενο ιδιώτη έναντι πινακίου φακής.
Η μεγαλύτερη όμως ζημιά που προκλήθηκε είναι αναμφισβήτητα η απόλυτη αναγωγή της φύσης του ιδιωτικού σε ένα είδος υπερφυσικής οντότητας με ταυτόχρονη απαξίωση και ευτελισμό κάθε αντίληψης περί συλλογικής δράσης, κάθε έννοιας κοινοκτημοσύνης και κοινωνικής ιδιοκτησίας τα οποία ως έννοιες κατέληξαν να ταυτίζονται στο συλλογικό υποσυνείδητο με το «παρωχημένο», το «οπισθοδρομικό» που πρέπει οριστικά να εκριζωθεί. Φτάνουμε έτσι στο σήμερα, με την κοινωνία ηττημένη αλλά τον αντίπαλο να κλιμακώνει την επίθεσή του χωρίς να διαφαίνεται πουθενά κάποιος ορίζοντας «ειρήνευσης».
Πρόσφατο επεισόδιο της λυσσαλέας αυτή επίθεσης ενάντια στον κόσμο της εργασίας και στην ίδια του την αυτοαντίληψη αποτελεί η ανακοίνωση των νέων “πολύχρωμων” τιμολογίων κατανάλωσης ρεύματος από τους λεγόμενους «παρόχους», το παρασιτικό αυτό καρτέλ δηλαδή το οποίο καταληστεύοντας τις παραγωγικές υποδομές που δημιουργήθηκαν από τον κόπο, την εργασία και το αίμα του ελληνικού λαού, πουλάει στον ίδιο αυτό λαό ένα πρωταρχικής σημασίας δημόσιο αγαθό σε εξωφρενικά υψηλές τιμές οι οποίες προκύπτουν μέσα από κάποιο «Χρηματιστήριο Ενέργειας». Και η εξουδετέρωση του εχθρού-λαού ολοκληρώνεται με το ψυχολογικό μέρος της «επιχείρησης»: δυσνόητοι αλγόριθμοι και αλγεβρικές εξισώσεις υπολογισμού του εκάστοτε ενεργειακού κόστους μεταβιβάζουν την ευθύνη των χρεώσεων στον μέσο καταναλωτή ο οποίος είναι ξανά ο μόνος «υπόλογος», ο μόνος υπεύθυνος για την «κατάντια» του να μην μπορεί να ανταποκριθεί στα εξωφρενικά αυτά κόστη. Στον δημόσιο μιντιακό διάλογο αναφέρεται όλο και πιο συχνά ο καινούργιος νεολογισμός του «οικονομικού αναλφαβητισμού» από τον οποίο δήθεν πάσχει ο μέσος εργαζόμενος, ο μέσος συνταξιούχος που δεν είναι «άξιος», που δεν είναι αρκούντως «άριστος» στα προχωρημένα μαθηματικά ώστε να είναι σε θέση να επιλέγει με υπευθυνότητα αν έχει την ευχέρεια να ανάψει τον θερμοσίφωνα να πλυθεί ή θα πρέπει διαφορετικά να ζεστάνει το νερό στο γκαζάκι. Αυτή είναι η «πρόοδος», αυτό είναι το «κεκτημένο» της νεοφιλελεύθερης «Ελλάδας 2.0» του 21ου αιώνα!
Ένας ακόμη χυδαίος αλλά σκόπιμος εμπαιγμός, ένας ακόμη κρίκος στην ατελείωτη αλυσίδα του μαζικού εξευτελισμού και της κοινωνικής ταπείνωσης εν ονόματι της ευημερίας των αγορών και του ληστρικού, παρασιτικού, εγχώριου και διεθνούς κεφαλαίου το οποίο απειλεί πλέον την ίδια τη φυσική ύπαρξη της κοινωνίας και του ανθρώπου μέσω της καταλήστευσης και της εμπορευματοποίησης ακόμη και των πιο πρωταρχικών ζωτικών αγαθών. Κανένα μέλλον δεν υπάρχει μέσα στη μονοκρατορία της λεγόμενης «ιδιωτικής πρωτοβουλίας». Η μόνη θετική προοπτική είναι η ανάκτηση του αρπαγμένου δημόσιου πλούτου και η αποκλειστική του διαχείριση από εκείνους που πραγματικά τον παράγουν.