Συντηρητικός «προοδευτισμός»
του Γιώργου Σαράντη
Εν μέσω δύο απίστευτα αιματηρών πολεμικών συρράξεων (και εσχάτως και τρίτης στην Υεμένη), η δημόσια συζήτηση στην Ελλάδα τις μέρες αυτές σχεδόν μονοπωλείται από την επικείμενη κατάθεση από την πλευρά της κυβέρνησης, του νομοσχεδίου για την αναγνώριση του γάμου και της υιοθεσίας παιδιών από ομόφυλα ζευγάρια. Η κυβέρνηση της επιβολής του πιο σκληρού νεοφιλελεύθερου «μεταρρυθμιστικού» ζήλου, έχοντας το αντιπολιτευτικό της πεδίο απρόσμενα ελεύθερο, λανσάρει ξαφνικά μια «δικαιωματική» αναλαμπή, ερχόμενη μάλιστα και σε μία φαινομενική αντιπαράθεση όχι μόνο με την κουλτούρα της πλειοψηφίας της εκλογικής της βάσης, όχι μόνο με τον επίσημο κλήρο αλλά και με σημαντικό μέρος των ίδιων των κυβερνητικών στελεχών, πολλά από τα οποία στην αρχή «ντροπαλά» και στη συνέχεια πιο θαρρετά εκφράζουν όχι μόνο την αντίθεσή τους αλλά και την πρόθεση καταψήφισης του νομοσχεδίου όταν αυτό τεθεί σε ψηφοφορία.
Από την άλλη πλευρά, στον θεωρητικά «αντίπαλο» πολιτικό χώρο, αρχίζει και μαίνεται ένας πραγματικός αναβρασμός αλλά όχι σε κάποιο πλαίσιο δυσφορίας και απόρριψης. Αντιθέτως, το επερχόμενο νομοσχέδιο φαίνεται να αγγίζει τις ευαίσθητες «δικαιωματικές» χορδές του λεγόμενου «προοδευτικού τόξου» σε σημείο απότομης, θορυβώδους αφύπνισης από τη νιρβάνα της νεοφιλελεύθερης αποδοχής και ενσωμάτωσης. Ο παθιασμένος σχολιασμός κάνει έντονα αισθητή την παρουσία του, ιδιαίτερα στα ΜΚΔ όπου η «σταυροφορία» περί της (κάποιας) «ισότητας» πραγματικά κυριαρχεί.
Είναι αποκαλυπτικό πάντως το πόσο παντελώς απουσιάζει από τους σχολιασμούς των «αριστερών» υποστηρικτών το ευρύτερο, διεθνές πλαίσιο υπό το οποίο δρομολογούνται (από ποιους, σε ποιους, πότε, γιατί κλπ) τέτοιου είδους νομοθετήματα. Καμία σύνδεση με τη σύγκρουση που διεξάγεται σε παγκόσμια κλίμακα αναφορικά με τις γεωστρατηγικές ανακατατάξεις που συντελούνται έπειτα από δεκαετίες δυτικής μονοκρατορίας, καμία απολύτως αντίληψη της ιδεολογικής σύγκρουσης που επιτελείται παράλληλα με τη στρατιωτική, εν μέσω της μη αναστρέψιμης διαδικασίας ιστορικής παρακμής και μαρασμού της μοναδικής μέχρι πρότινος υπερδύναμης. Μονάχα ένα κοινό, αγωνιώδες, επιθετικό στυλ χωρίς την παραμικρή δόση επιστημονικής-επαναστατικής βάσης, λες και το «πρόβλημα» είναι αυτοτελές και αποκομμένο από το ευρύτερο κοινωνικό-ταξικό πλαίσιο. Αντιθέτως, κάθε διαφορετική, νηφάλια διατύπωση θέσης αφορίζεται, χλευάζεται και απαξιώνεται με ιδιαίτερο μένος και ασυνήθιστα ειρωνική «αριστερή διαλεκτική» που θα τη ζήλευαν και οι πιο παραδοσιακοί εκπρόσωποι της βαθιάς αντίδρασης.
Ας μην ανησυχούν πάντως οι «προοδευτικοί» ζηλωτές της «ισότητας», το νομοσχέδιο θα περάσει όπως και να ‘χει, μιας και οι ρόλοι έχουν μοιραστεί καταλλήλως στους συμμετέχοντες. Από τη μία οι όποιοι κυβερνητικοί θα καταψηφίσουν «ελεύθερα», έχοντας πίσω τους τη «ρεζέρβα» των ντόπιων «αριστερών» democrats που θα μπαλώσουν τις «τρύπες» με κομματική πειθαρχία εξαγγελθείσα από τηλεοράσεως απ’ τον Πρόεδρο-ηγεμόνα τους. Η στάση της «παραδοσιακής» κοινοβουλευτικής αριστεράς επίσης ακαθόριστη και όχι με σαφήνεια διατυπωμένη, δεν προδιαθέτει θετικά.
Προφανώς και η κυβέρνηση της ΝΔ δεν «αρρώστησε» ξαφνικά από κάποια νόσο «προοδευτισμού» και σύγκρουσης με την πλειοψηφία της εκλογικής της βάσης, απλώς αναγκάζεται να διαχειριστεί τα άχαρα καθήκοντα του επαγγελματία εντολοδόχου. Η (σιωπηρή έστω) συναίνεση της Εκκλησίας θα πρέπει να θεωρείται επίσης εξασφαλισμένη μιας και οι εντολές προφανώς προέρχονται «άνωθεν». Το παράδειγμα της αναγνώρισης της σχισματικής ουκρανικής εκκλησίας είναι άλλωστε πολύ πρόσφατο και το «συναινετικό πνεύμα» είναι δύσκολο να έχει ατονήσει.
Κάθε δεδομένη, ιδιόκτητη ευρωατλαντική κτήση υποχρεούται/εξαναγκάζεται πλέον ανοικτά να υιοθετεί την ολότητα του κυρίαρχου επί αυτής κοινωνικο-οικονομικού πλαισίου και οι ταυτοτικές-κατευθυντήριες ιδεολογικές γραμμές επί των επιτρεπτών «δικαιωμάτων» εντάσσονται σε αυτό.
Τα «δικαιώματα των παιδιών», των ίδιων αυτών παιδιών που από τη στιγμή της γέννησής τους επωμίζονται σήμερα ένα ατομικό «χρέος» κάποιων δεκάδων χιλιάδων ευρώ γιατί «δεν γίνεται αλλιώς», είναι μια πρόστυχη πρόφαση σε μία απολύτως πραγματική στόχευση ενάντια στις πρωταρχικές βάσεις αυτοαντίληψης του ανθρώπου ως βιολογικού και κοινωνικού κατ’ επέκταση υποκειμένου. Το μόνο «δικαίωμα» που επιδιώκει να διασφαλίσει η παρούσα πολιτική είναι το «δικαίωμα» στην κοινωνική, ταξική απονέκρωση των γενεών του μέλλοντος οι οποίες θα πελαγοδρομούν στη μιζέρια της αναλωσιμότητας, στερούμενες ακόμη και των πλέον πρωταρχικών βάσεων της αυτοαντίληψης και αυτοπραγμάτωσης.